Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013




Δράκε, δράκε είσ' εδώ;
Αγγελική Βαρελλά
Τα περιστέρια και τα παιδιά 


Κάποτε τη πρώτη ημέρα του καινούριου χρόνου ο Θεός κάλεσε τους αγγέλους σε συμβούλιο και τους ρώτησε τι έγινε τη χρονιά που πέρασε. Του είπαν ότι από τον κόσμο λείπει η αγάπη.
" Αγαπάτε αλλήλους", " Επί γης ειρήνη", " Ειρήνη υμίν" ήταν τα μηνύματα που γράφανε πάνω σε χαρτάκια. Μετά τα έδεσαν στα πόδια των περιστεριών και τα άφησαν να τα μοιράσουν στον κόσμο. Ο κόσμος όμως ήταν μέσα στα σπίτια του, γιατί γιόρταζαν. Εκτός από ένα παιδί που πήγαινε να φροντίσει τα ζώα. Με τη βοήθειά του ο κόσμος έμαθε τα μηνύματα του Θεού και θυμήθηκαν πόσο σημαντική ήταν η αγάπη. Γιώργος Τ.





Παραμύθια και ιστορίες απ' όλο τον κόσμο
Η Μπάμπα Γιάγκα η μάγισσα  

Κάποτε ζούσε σ' ένα δάσος η Μίσια με τον μπαμπά της και τη μητριά της. Η μητριά της ,όμως μισούσε τη Μίσια και τη έβαζε να κάνει όλες τις δουλειές. Μια φορά η μητριά ήθελε να ράψει αλλά δεν είχε βελόνες και είπε στη Μίσια να της φέρει από την αδερφή της . Έτσι η Μίσια πήρε μαζί της φαγητό. Όταν έφτασε, ο σκύλος και η γάτα φώναζαν. Όμως τους έδωσε το ησύχασαν. Ύστερα πήγε η Μπάμπα Γιάγκα στο σπίτι της και είδε τη Μίσια και νευρίασε. Τότε τη ρώτησε τι κάνει εκεί. Εκείνη της απάντησε. Τότε η Μπάμπα Γιάγκα πήγε στο μπάνιο και είπε στη Μίσια να ράψει. Μετά αυτή έφυγε για το δάσος. Όταν γύρισε ο πατέρας στο σπίτι ανησύχησε και η Μίσια του είπε τι είχε γίνει. Βικτωρία





Οι ιστορίες του πήλινου σφονδυλιού - Μάνια Δούκα  

Οι ιστορίες του πήλινου σφονδυλιού ζωντανεύουν την αρχαία ελληνική ιστορία. Αντικείμενα άψυχα, όπως ένα σπαθί της Μυκηναϊκής Εποχής, ξαναζούν τη γραμμένη πάνω τους ιστορία. Έτσι, τρεις γενναίοι πολεμιστές που είναι ζωγραφισμένοι πάνω στο σπαθί κυνηγούν ξανά λιοντάρια μετά από χιλιάδες χρόνια. Επίσης ζωντανεύει και μια χρυσή μάσκα της ίδιας εποχής, που μιλάει με το σπαθάκι και στο τέλος ρουφάει με το στόμα της τους πολεμιστές. Νίκος

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Η αχηβάδα και ο κάβουρας - Λέττα Βασιλείου

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στο βυθό της θάλασσας μία πεντάμορφη αχηβάδα. Η αχηβάδα πίστευε ότι επειδή είναι όμορφη πρέπει όλοι να της κάνουν δώρα και να την υπηρετούν. Σιγά σιγά  
η αχηβάδα έμεινε μόνη της, γιατί κανένας δεν τη συμπαθούσε, επειδή είχε κακό χαρακτήρα. Μια μέρα πήγε στο βυθό ένας ναυτικός γερο-κάβουρας, που έλεγε παραμύθια. Είπε πολλά παραμύθια που την έκεναν να αλλάξει χαρακτήρα. Η αχηβάδα σταμάτησε να είναι υπεροπτική και ματαιόδοξη και έγινε δασκάλα του βυθού. Δανάη 




Δράκε, δράκε είσ' εδώ;
Το ελεφαντάκι που είχε πονόδοντο 
Αγγελική Βαρελλά 

Μια φορά ήταν ένα ελεφαντάκι, που έτρωγε πολλά γλυκά. Έτσι μια μέρα τον πόνεσε το δόντι του πολύ και κατέβηκε στην πόλη, στον οδοντογιατρό, με το πατίνι. Όμως πήγε σ' ένα εστιατόριο και του' δωσε δυο μπουκάλια ούζο μέχρι που μέθυσε. Κατάστρεψε το μαγαζί και ήρθε ο αστυφύλακας και τον πήρε. Όμως αυτός κοιμόταν και όταν ξύπνησε κατάλαβε τι είχε γίνει. Ο αστυφύλακας τον πήγε στο δικό του οδοντογιατρό και τον έκανε καλά. Το ελεφαντάκι δεν είχε χρήματα να πληρώσει και προσκάλεσε το γιατρό στη ζούγκλα. Βικτωρία

Αγάπες σαν παραμύθια - Βαγγέλης Ηλιόπουλος


Η Άρτεμης ζητούσε από τον μπαμπά της να της πει ένα καινούριο παραμύθι. Εκείνος άρχισε να της λέει για μια πεταλούδα που από όταν γεννήθηκε θέλησε να ζήσει όσα πιο πολλά πράγματα μπορούσε. Άρχισε να πετά δεξιά και αριστερά και να ανακαλύπτει όλο καινούρια πράγματα. Μια μέρα ενώ πετούσε πάνω από έναν κήπο, που υπήρχαν πολλές καρέκλες και μπροστά τους ένα λευκό πανί, θέλησε να πάει πιο κοντά. Ξαφνικά ένα φως πετάχτηκε μπροστά της και μέσα από το πανί φαινόταν λίγο τα φτερά της. Αυτό της άρεσε πολύ και πλησίαζε όλο και πιο κοντά στο φως. Η λαχτάρα της να πάει πιο κοντά στο φως, της στέρησαν τη ζωή.Θεοδώρα 





Το σπουργίτι και τα φτερά του 
 Λότη Πέτροβιτς - Ανδρουτσοπούλου  

Το σπουργίτι βρήκε στο δάσος το μαγικό ραβδί της νεράιδας και της το έδωσε. Εκείνη απ' τη χαρά της είπε στο σπουργίτι να της ζητήσει ότι θέλει. Το σπουργίτι της ζήτησε ολόχρυσα φτερά αλλά μόλις του τα' δωσε ήταν πολύ βαριά και δεν μπορούσε να πετάξει. Μετά της ζήτησε να του τα κάνει βελούδινα αλλά έπιασε δυνατή βροχή, βράχηκαν και βάρυναν. Μετά ζήτησε να τα κάνει κόκκινα μεταξωτά αλλά μόλις τον είδαν οι άνθρωποι τον κυνηγούσαν να τον πιάσουν και έτσι στο τέλος ζήτησε ξανά τα δικά του τα φτερά και πετούσε χαρούμενα πάλι. Ραφαέλα 




Βοτανοκουβεντούλες - Βασιλικός  
Νατάσα Αναγνωστοπούλου - Μπίκου 

Είμαι ο κύριος Βασιλικός και ο φίλος μου ο Αλέξης έβαλε λίγο από μένα πάνω του για να μην τον τσιμπάνε τα κουνούπια. Εκείνος με φροντίζει γιαυτό είμαι πράσινος και λαμπερός. Κατάγομαι από την οικογένεια των Χειλανθών, όπως το δεντρολίβανο, το θυμάρι και η ρίγανη, γιαυτό έχω έντονη μυρωδιά και ωραία γεύση. Είμαι και φαρμακευτικό φυτό γιαυτό με πίνουν οι άνθρωποι σαν τσάι. Βλέπεις έχω αιθέριο έλαιο που κάνει καλό στους ανθρώπους, επειδή έχει δραστικές ουσίες που ανακουφίζουν τους ανθρώπους. Επίσης οι άνθρωποι με βάζουν στα φαγητά, είτε σαν σάλτσα είτε σαν άρτυμα. Πάολα


Το μαγικό δαχτυλίδι- Μάνια Καπλάνογλου  

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας νέος περιβολάρης, που είχε μια μάνα. Μια μέρα εκεί που έσκαβε, εμφανίστηκε μπροστά του ένα γεροντάκι και του έδωσε ένα μαγικό δαχτυλίδι. Τότε ο νέος αποφάσισε να φύγει μακριά και να γνωρίσει άλλες χώρες. Αφού περιπλανήθηκε, έφτασε σε μία πολιτεία, όπου βρήκε δουλειά ως περιβολάρης. Το πρωί δούλευε σκληρά αλλά το βράδυ, μόλις φόραγε το δαχτυλίδι , αμέσως παρουσιαζόταν ένα ωραίο άλογο και μια πανέμορφη στολή. Έτσι ο νέος αλώνιζε όλο το περιβόλι. Απέναντι από το περιβόλι, ήταν το παλάτι του βασιλιά, που είχε τρεις κόρες. Η πιο μικρή κόρη, που τον έβλεπε το πρωί περιβολάρη και το βράδυ καβαλάρη, τον αγάπησε. Όταν έφτασε, λοιπόν, ο καιρός να παντρευτεί, διάλεξε τον περιβολάρη. Ο βασιλιάς, αν και δεν συμφωνούσε με την επιλογή της, την άφησε να τον παντρευτεί. Όμως δεν τους άφησε να μείνουν στο παλάτι. Ζούσαν σ' ένα σπιτάκι και ο νέος κρατούσε το μυστικό του. Μετά από καιρό κηρύχτηκε πόλεμος εναντίον του βασιλιά. Ο νέος φόρεσε το μαγικό δαχτυλίδι, πολέμησε πολύ γενναία και βοήθησε το βασιλιά να νικήσει. Αργότερα, ο βασιλιάς τυφλώθηκε. Το μόνο γιατρικό ήταν το γάλα ενός πουλιού που το φυλούσαν σαράντα δράκοι. Οι αξιωματικοί του βασιλιά δεν μπόρεσαν να φέρουν το γάλα. Τότε, ανέλαβε να το φέρει ο νέος. Με τη βοήθεια του δαχτυλιδιού, βρήκε το γάλα, το έφερε στο βασιλιά κι εκείνος έγινε καλά. Στο τέλος, ο νέος αποκάλυψε την αλήθεια κι έγινε ο ίδιος βασιλιάς. Νίκος 
Παραμύθια και ιστορίες απ' όλο τον κόσμο 
 Βίτω Αγγελοπούλου

Ο Κουκής  

Κάποτε ζούσε μία φτωχή οικογένεια, μ' ένα παιδί που το έλεγαν Κουκή. Μια μέρα που έφερνε κουκιά στο σπίτι, ένα κουκί του έπεσε και φύτρωσε μια κουκιά. Μετά από καιρό που πήγαινε ο Κουκής να μαζέψει κουκιά, βρήκε έναν αράπη που την φύλαγε. Του έδωσε μια κότα που έκανε χρυσά αβγά. Όταν πήγε στον τσαγκάρη για να πάρει παπούτσια στην κότα, του την κράτησε και του έδωσε άλλη. Μετά ο αράπης του έδωσε ένα τραπεζομάντηλο, που όταν το έστρωνε γέμιζε καλούδια. Έμαθε ο βασιλιάς για το τραπεζομάντηλο και του το πήρε. Πήγε και πάλι στην κουκιά και ο αράπης του έδωσε έναν κόπανο για να χτυπήσει τους κλέφτες. Ο Κουκής τους χτύπησε και πήρε πίσω τα πράγματά του και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.Γιώργος Τ.

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013



Ιππόλυτος Ιπποπόταμος - Οδοντογιατρός 
 Σοφία Ζαραμπούκα 

Ο Ιππόλυτος ο ιπποπόταμος έτρωγε πολλά γλυκά. Καραμέλες, σοκολάτες, μπισκότα, γλειφιτζούρια, πάστες και πολλά άλλα.Ήταν πολύ αγαπητός. Τον αγαπούσαν πολύ όλα τα ζώα, ειδικά οι καρδερίνες. Ο ίδιος αναρωτιόταν γιατί. Κατάλαβε ότι ήταν το ωραίο του χαμόγελο και τα άσπρα του δόντια. Ο Ιππόλυτος ήταν όλο χαρά και κέφι. Όμως έτρωγε και πήγαινε για ύπνο χωρίς να πλύνει τα δόντια του. Έναν πρωινό που ξύπνησε πονούσε το δόντι του και οι φίλες του προσπαθούσαν να τον ηρεμήσουν και να τον πείσουν να πάει στον οδοντίατρο. Όταν έφτασε στο ιατρείο, φοβόταν πολύ. Όταν μπήκε μέσα του φάνηκε καλός ο γιατρός." Ο βοηθός μου κι εγώ θα σε περιποιηθούμε ", του είπε ο γιατρός. Άνοιξε το στόμα του και ο γιατρός του σφράγισε το δόντι. Του έκανε πολύ καλή δουλειά και του είπε να βουρτσίζει τα δόντια του κάθε πρωί και κάθε βράδυ. Ο Ιππόλυτος εκείνη τη μέρα έφαγε πολλά γλυκά, αλλά δεν ξέχασε να βουρτσίσει τα δόντια του. Κάθε μέρα φρόντιζε τα δόντια του και κάθε χρόνο πήγαινε για έλεγχο στο γιατρό. Αγγελική



Τα μαγικά μυστικά - Ιωάννα Κυρίτση - Τζιώτη 

Ο δράκος Μακαρονοφάγος 

Παλιά υπήρχαν δράκοι στα δάση. Τους άρεσε να τρώνε ανθρώπους. Ένας δράκος όμως ήταν διαφορετικός. Τον έλεγαν Μακαρονοφάγο. Κάποια μέρα τον έπιασαν χωρίς να φταίει επειδή οι κακοί δράκοι έκλεψαν μια βασιλοπούλα. Τρία παιδιά είπαν ότι ήταν ήρεμος και δεν πείραζε κανέναν. Όλοι τους πίστεψαν τα παιδιά. Στο τέλος έπιασαν τους κακούς δράκους και τους τιμώρησαν.

Ο αδερφός του Μέλιου 

Ο Μέλιος ήταν ένας καλός αρκούδος αλλά τώρα τελευταία φερόταν περίεργα. Όλοι η γειτονιά σχολίαζε γι' αυτόν. Μια μέρα που ο φίλος του ο λαγός πήγε να τον πάρει, ο Μέλιος του έβαλε τις φωνές. Μόλις όμως πήγε σπίτι είδε τη μαμά του και χάρηκε. Η μαμά του τον πήρε στο δωμάτιο του έδειξε το αδερφάκι του. Ο Μέλιος δεν το ήθελε καθόλου. Το βράδυ ονειρεύτηκε τον αδερφό του και σηκώθηκε και πήγε κοντά του.



Το γιατρικό του φόβου  

Υπήρχε κάποτε μια γοργόνα που την έλεγαν Φωτερή, γιατί της άρεσε το φως. Μια μέρα είδε ένα αγόρι που τραγουδούσε και ήθελε να μάθει πώς τα κατάφερνε. Έτσι το ρώτησε αν μπορεί να μάθει να τραγουδάει. Το αγόρι ξαφνιάστηκε, αλλά της είπε ότι αν πήγαινε κάθε μέρα, την ίδια ώρα εκεί, θα τα κατάφερνε. Η γοργόνα είπε στο αγόρι ότι φοβάται το σκοτάδι, μα κι αυτός το ίδιο της απάντησε. Τότε το ρώτησε τι κάνει όταν φοβάται. Της απάντησε ότι κάθε φορά που φοβάται, τραγουδάει. Από τότε κάθε φορά που η γοργόνα φοβόταν, τραγουδούσε. Βικτωρία



Η κιμωλία - Ρενέ Γκοσινί  


Η δασκάλα έστειλε τον Γκοφρουά να φέρει κιμωλίες στην τάξη. Όμως κράτησε μία κρυφά στην τσέπη του. Μετά το μάθημα το είπε στα παιδιά αλλά αυτά φοβήθηκαν γιατί δεν πρέπει να παίρνουν κρυφά πράγματα από το σχολείο. Πήγανε να παίξουν με την κιμωλία, αλλά τσακώθηκαν και στο τέλος έκαναν την κιμωλία θρύψαλα και γύρισε ο καθένας σπίτι του. Ραφαέλα



Το μικρό φαντασματάκι - Ότφριντ Πρόισλερα 

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό άσπρο φαντασματάκι που είχε το σπίτι του σ' ένα μπαούλο. Ξύπναγε τα μεσάνυχτα. Είχε δέκα τρία κλειδιά που άνοιγαν όλες τις πόρτες.Το φαντασματάκι ήθελε να βγει την ημέρα. Έκανε πολλές προσπάθειες. Έμεινε τέσσερις νύχτες άυπνο, έβαλε ξυπνητήρι αλλά δεν τα κατάφερε. Μετά έγινε ένα θαύμα. Το ρολόι του Δημαρχείου χάλασε και χτύπησε στις δώδεκα το μεσημέρι, αντί δώδεκα το βράδυ και το μικρό φαντασματάκι ξύπνησε. Χάρηκε πολύ και άρχισε να κάνει βόλτες και σκανταλιές. Την ημέρα έγινε μαύρο και όλοι το φοβόταν και το κυνηγούσαν. Άρχισε να στεναχωριέται και ήθελε να γίνει άσπρο ξανά και να ξυπνάει τη νύχτα. Ζήτησε λοιπόν τη βοήθεια των παιδιών να βρουν τη Βάγια κουκουβάγια για να του πει τι να κάνει. Την βρήκαν και τους είπε ότι πρέπει να φτιάξουν το ρολόι του Δημαρχείου για να χτυπάει το βράδυ. Τα παιδιά το έκαναν και το φαντασματάκι έγινε πάλι άσπρο και γύρισε στη φωλιά του ευτυχισμένο και είπε ότι δε θα ξαναβγεί την ημέρα. Γιώργος Τ.





Το σπίτι του γίγαντα   


Ο γίγαντας Κοκκινογένης δεν είχε σπίτι να μείνει γιατί οι καλύβες και οι φωλιές ήταν πολύ μικρές και δεν τον χωρούσαν, επειδή ήταν πολύ μεγάλος. Οι ποντικίνες όμως είπαν πως αν έμενε χωρίς σπίτι θα κρύωνε και θα φταρνιζόταν και θα γκρέμιζε όλο το χωριό. Το γεράκι έδωσε τη λύση. Είπε πως εκεί κοντά είχε δει μια σπηλιά και πίστευε πως θα ήταν ό,τι έπρεπε για το γίγαντα. 
Σπύρος



Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων - Lewis Carroll  

Η Αλίκη καθόταν στην ακροποταμιά με την αδερφή της και διάβαζαν ένα βιβλίο. Ξαφνικά εμφανίστηκε ένας άσπρος κούνελος και η Αλίκη τον ακολούθησε στην κουνελότρυπά του. Μετά η Αλίκη έπεσε μέσα σ' ένα βαθύ πηγάδι κι όλο έπεφτε. Μόλις έφτασε στο τέλος είδε μπροστά της ένα μακρύ διάδρομο γεμάτο με πόρτες.Βρήκε ένα μικρό κλειδί που άνοιγε μόνο μια μικρή πορτούλα. Η Αλίκη ήπιε ένα μαγικό φίλτρο κι έγινε μικρή. Είχε ξεχάσει όμως το κλειδί στο τραπέζι. Μετά η Αλίκη έφαγε ένα μαγικό κέικ κι έγινε πολύ μεγάλη. Τότε άρχισε να κλαίει ασταμάτητα. Ο κούνελος εμφανίστηκε πάλι και της πέταξε μια βεντάλια. Τότε η Αλίκη έγινε πάλι πολύ μικρή κι άρχισε να κολυμπάει στη λίμνη των δακρύων της μαζί μ' έναν ποντικό. Δανάη

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013




Φουφήχτρα 
Η μάγισσα με την ηλεκτρική σκούπα 
 Ευγένιος Τριβιζάς 

Ζούσε κάποτε σ' ένα βουνό μια κακιά μάγισσα που την λέγανε Φουφήχτρα. Μια μέρα αποφάσισε να ρουφήξει με την ηλεκτρική σκούπα όλα τα παιδάκια γιατί της άρεσε να φτιάχνει ζελέ από τα δάκρυά τους και να το τρώει.Ρούφηξε ακόμα γατούλες, πεταλούδες και παπάκια. Ένα μικρό κοριτσάκι η Μυρτώ έψαχνε να βρει τους φίλους της. Κατά λάθος όμως πάτησε μια μαύρη παπαρούνα και μεταμορφώθηκε σε κοράκι. Κάθισε σε μια συκιά και τότε μια σοφή κουκουβάγια της είπε τι έπρεπε να κάνει για να λυθούν τα μάγια. Τα μάγια λύθηκαν και η Μυρτώ κατάφερε ν' ανάβει μ' ένα ποδήλατο στο σπίτι της Φουφήχτρας. Ανέβηκε στην ηλεκτρική σκούπα, πάτησε το πράσινο κουμπί και ελευθέρωσε τα ψαράκια, τις πεταλούδες, τα παπάκια, τις γατούλες και τα παιδάκια. Τέλος πάτησε το κόκκινο κουμπί και ρούφηξε τη Φουφήχτρα. Γύρισε στο σπίτι της έκρυψε τη σκούπα στην αποθήκη και πήγε να παίξει κρυφτό με τ' άλλα τα παιδιά. Κι έζησε αυτή καλά κι εμείς καλύτερα. Ειρήνη



Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013



Μαρία Κάλλας  

90 χρόνια από τη γέννησή της  



Casta Diva - Vincanzo Bellini (1801-1835) 

Το έργο διαδραματίζεται στον 1ο π.χ αιώνα και αναφέρεται στην κατοχή τών Γαλατών  απο τούς Ρωμαίους.Η Νόρμα είναι ιέρεια στο Ιερό Δάσος τών Γαλατών.Έχει παραβεί τούς ιερούς της όρκους και έχει συνάψει δεσμό με τον Πολλιόνε τον Ρωμαίο διοικητή τών Γαλατών ,έχοντας αποκτήσει 2 παιδιά μαζί του.Οι Γαλάτες ,και ο πατέρας της Οροβέσο την περιμένουν ,όταν ανατείλλει το φεγγάρι ,να έρθει στο Ιερό Δάσος και να κηρύξει την επανασταση εναντίον τών Ρωμαίων.Η Νόρμα ειναι αντίθετη με την επανάσταση γιατί πιστεύει ότι η Ρωμη θά πέσει απο εσωτερικά αίτια. 
Κάποια στιγμή η Ανταλτζίζα (πιστή ακόλουθος τής Νόρμα) εξομολογείται στην Νόρμα τήν αγάπη της για κάποιον και όταν η Νόρμα βλέπει τον Πολλιόνε να μπαίνει στο ιερό και αντιλαμβάνεται ότι ειναι ερωτευμένος με την ακόλουθό της γίνεται έξαλλη απο θυμό και ζήλια,και για λίγο σκέπτεται να σκοτώσει τα παιδιά της. 
Η Ανταλτζίζα της ορκίζεται ότι δεν θα την αφήσει ποτέ,και της ζητά να την αφήσει να φύγει μαζί του στην Ρώμη για να τον πείσει να επιστρέψει στην ιέρεια. 
Όταν αποτυγχάνει στην αποστολή της και μάλιστα ο Πολλιόνε της ξαναεξομολογείται τον έρωτά του,η Νόρμα καλεί το ιερό συμβούλιο τών Γαλατών για να κηρύξει τον πόλεμο στους Ρωμαίους. 
Ταυτόχρονα ο Πολλιόνε συλλαμβάνεται να έχει πατήσει στο ιερό τών Γαλατών ,πράξη πού θεωρείται βλάσφημη και τιμωρείται με θάνατο. 
Η Νόρμα ,εξακολουθεί να τον αγαπά και προσπαθεί να τον σώσει βάζοντας τον να της ορκιστεί οτι θα γυρίσει μόνος στη Ρώμη.Αυτός αρνείται και τότε η Νόρμα μπροστά σε όλους ομολογεί την παραβίαση τών όρκων της και την αγάπη της
πρός αυτόν.
Ο Πολλιόνε μετανοιώνει και της ζητά συγχώρεση ,και τελικά καίγονται και οι δύο μαζί στήν ιερή και εξαγνιστική πυρά. 









Αρχίζει το ματς- Αγγελική Βαρελά  

Στο βιβλίο αυτό ο κεντρικός ήρωας είναι ο Φώτης, ο οποίος, από την κοιλιά της μαμάς του ακόμα έδειχνε να λατρεύει το ποδόσφαιρο. Μάλιστα, όταν γεννήθηκε, δεν είπε " ουά, ουά, ουά..." σαν όλα τα μωρά του κόσμου. Το κλάμα του θύμιζε δύο φωνήεντα "Αεεε, αεεε...". Μόνο το Κ έλειπε για να πει ΑΕΚ!! 
Ο πατέρας του, που ήταν κι αυτός φίλαθλος, ήταν πολύ χαρούμενος. Ο Φώτης μεγαλώνοντας συνέχιζε ν' αγαπά το ποδόσφαιρο και γενικά τον αθλητισμό. Στο βιβλίο μας, βλέπουμε το Φώτη να αποκτά έναν αδερφό, ν' αντιμετωπίζει προβλήματα με την οικογένειά του, γιατί ο πατέρας του δεν ήταν μαζί τους. Παράλληλα η συγγραφέας παρουσιάζει εφτά Ολυμπιάδες, από το 1960 έως το 1984. Τη χρονιά της πρώτης Ολυμπιάδας γεννιέται ο Φώτης και φτάνει μέχρι το 1984, όταν ο Φώτης γίνεται 24 χρονών και έχει γίνει ένας αθλητικός ρεπόρτερ. Το μήνυμα που περνάει είναι πως όταν στον αθλητισμό υπάρχει βία και φανατισμός, τότε ο αθλητισμός χάνει πραγματικά το νόημά του. Νίκος

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013


20 Νοέμβρη - παγκόσμια ημέρα για τα δικαιώματα του παιδιού


 
Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που αποτελεί το πλέον αποδεκτό κείμενο για τα ανθρώπινα δικαιώματα παγκοσμίως, υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 20 Νοεμβρίου του 1989. Την έχουν επικυρώσει όλα τα κράτη του κόσμου, εκτός των ΗΠΑ και της Σομαλίας (η χώρα μας την επικύρωσε στις 2 Δεκεμβρίου 1992 με τον νόμο 2101), και τα 54 άρθρα της καλύπτουν όλα τα δικαιώματα των παιδιών που χωρίζονται σε 4 τομείς: Δικαιώματα Επιβίωσης, Ανάπτυξης, Προστασίας και Δικαιώματα Συμμετοχής.
Παρά τα διεθνή κείμενα προστασίας των παιδιών, που σε πολλές χώρες αποτελούν κενό γράμμα, εκατομμύρια παιδιά εξακολουθούν να υποφέρουν από τη φτώχεια και να στερούνται της στοιχειώδους σχολικής εκπαίδευσης, εκατοντάδες χιλιάδες υφίστανται τις τραγικές συνέπειες συρράξεων και οικονομικού χάους, δεκάδες χιλιάδες ακρωτηριάζονται στους πολέμους και πολλά ακόμη ορφανεύουν ή και σκοτώνονται από τον ιό του AIDS και από άλλες ασθένειες.  



Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013



Το σπίτι του γίγαντα 

Ο γίγαντας Κοκκινογένης δεν είχε σπίτι να μείνει, γιατί οι καλύβες και οι φωλιές ήταν μικρές και δεν τον χωρούσαν. Το χειμώνα θα κρύωνε και θα φτερνιζόταν, είπαν οι ποντικίνες, και θα γκρέμιζε όλο το χωριό. Το γεράκι πρότεινε να πάει να μείνει σε μια σπηλιά που είχε δει.Σπύρος


Η Χρυσομαλλούσα και οι τρεις αρκούδες - Τζόζεφ Κάνταλ  

Στο δάσος ζούσαν τρεις αρκούδες, μια μικρή, μια μεσαία και μια τεράστια. Κάθε μια είχε τη δική της γαβάθα, καρέκλα, κρεβάτι. Μια μέρα, αφού μαγείρεψαν τη σούπα για το μεσημέρι πήγαν μια βόλτα.Όσο έλειπαν, βρέθηκε ένα κοριτσάκι που το λέγανε Χρυσομαλλούσα. Μπήκε μέσα και μόλις είδε τις γαβάθες γεμάτες φαγητό, έφαγε την πιο μικρή, έκατσε στη μικρότερη καρέκλα και την έσπασε. Τέλος αποφάσισε να κοιμηθεί στο κρεβάτι της μικρής αρκούδας. όσο αυτή κοιμόταν επέστρεψαν στο σπίτι οι αρκούδες. Μπαίνοντας μέσα αντίκρισαν το σπίτι άνω κάτω, τη σούπα της μικρής αρκούδας άδειο, την καρέκλα της σπασμένη και στο κρεβάτι της ένα κοριτσάκι να κοιμάται. Από το θόρυβο το κοριτσάκι ξύπνησε και τρομαγμένη που είδε τις αρκούδες πετάχτηκε έξω από το παράθυρο και χάθηκε στο δάσος. Αν γνώριζε πως οι αρκούδες ήταν καλές, δε θα το έσκαγε έτσι. Θεοδώρα
Πόσο μ' αρέσει να κάνω φίλους- Χανς Βίλχελμ  

Κάποτε ζούσε ένα σκιουράκι που τον έλεγαν Κοκκινοτρίχη.Ήταν πολύ καλό αλλά πάντα λυπημένο γιατί δεν είχε φίλους. Μια μέρα όμως εμφανίστηκε μια βίδρα, που την έλεγαν Λουλού. Έγινε φίλη του και του άλλαξε για πάντα τη ζωή. Τον πήρε απ' το χέρι και του έδειξε τους φίλους της: τα λουλούδια, τα βραχάκια, το νερό, τον αέρα και τον ήλιο. Ύστερα ο Κοκκινοτρίχης της έδειξε τον δικό του φίλο: τη μηλιά. Έτσι οι δυο τους πέρασαν μια χαρούμενη μέρα και ξεκίνησε μια καινούρια δυνατή φιλία που θα κρατούσε για πάντα. Ειρήνη

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

«Είδες ποτέ σου πολιτεία να σηκώνεται ψηλά; Δεμένη από χιλιάδες σπάγγοι ν’ ανεβαίνει στα ουράνια; Ε, λοιπόν, ούτε είδες ούτε θα ματαδείς ένα τέτοιο θάμα. Αρχινούσανε την Καθαρή Δευτέρα -είτανε αντέτι- και συνέχεια την κάθε Κυριακή και σκόλη, ώσαμε των Βαγιών. Από του Χατζηφράγκου τ’ Αλάνι κι από το κάθε δώμα κι από τον κάθε ταρλά του κάθε μαχαλά της πολιτείας, αμολάρανε τσερκένια. Πήχτρα ο ουρανός. Τόσο, που δε βρίσκανε θέση τα πουλιά. […] Ολάκερη τη Μεγάλη Σαρακοστή, κάθε Κυριακή και σκόλη, η πολιτεία ταξίδευε στον ουρανό. Ανέβαινε στα ουράνια και τη βλόγαγε ο Θεός. Δε χώραγε το μυαλό σου πώς μπόραγε να μείνει κολλημένη χάμω στη γης, ύστερ’ από τόσο τράβηγμα στα ύψη. Και όπως κοιτάγαμε όλο ψηλά, τα μάτια μας γεμίζανε ουρανό, ανασαίναμε ουρανό, φαρδαίνανε τα στέρνα μας και κάναμε παρέα με αγγέλοι. Ίδια αγγέλοι κι αρχαγγέλοι κορονίζανε ψηλά. Θα που πεις, κι εδώ, την Καθαρή Δευτέρα, βγαίνουνε κάπου εδώ γύρω κι αμολάρουνε τσερκένια. Είδες όμως ποτέ σου τούτη την πολιτεία ν’ αρμενίζει στα ουράνια; Όχι. Εκεί, ούλα είταν λογαριασμένα με νου και γνώση, το κάθε σοκάκι δεμένο με τον ουρανό. Και χρειαζότανε μεγάλη μαστοριά και τέχνη για ν’ αμολάρεις το τσερκένι σου.» Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου, Εστία. 




  
Σπύρος Βασιλείου-Οι χαρταετοί




Ό,τι μπόρεσα ν΄αποχτήσω μια ζωή,από πράξεις ορατές
για όλους,επομένως να κερδίσω την ίδια μου διαφάνεια,το 
χρωστώ σ΄ένα είδος ειδικού θάρρους που μου΄δωκεν  η Ποίηση:

να γίνομαι άνεμος για τον χαρταετό και
 χαρταετός για τον άνεμο,ακόμη και όταν ουρανός δεν υπάρχει. 

Οδ.Ελύτης,Ο μικρός ναυτίλος,Εκδ.Ίκαρος
«Οι χαρταετοί»

Σε ορισμένους τόπους ονομάζουν τα χέρια χέρες. Στα Ακροκεραύνεια πετούν γυπαετοί. Στις πανωσιές σουρώνει η θάλασσα και αναγαλλιάζει. Στις ανοικτές πλατείες τα παιδιά πετούν το Μάρτη χρωματιστούς αετούς από χαρτί.
Κόκκινοι, πράσινοι, κίτρινοι και κάποτε γαλάζιοι, οι
Χάρτινοι αετοί λυσίκομοι και με μακριές ουρές, πετούν επάνω
Από την πόλη, όπως επάνω από την φτέρη των υψηλών
βουνών οι αετοί.
Εκστατικά υψώνουν τα παιδιά τα χέρια. Δείχνουν τους χάρτινους κομήτες με τις μακριές ουρές. Ουράνιοι δράκοι πιο ψηλά τα αεροπλάνα, βροντούν και γράφουν στο στερέωμα με άσπρους καπνούς τις λέξεις:
ΚΑΛΑ ΛΕΟΝΑ ΝΟΛΑ ΠΥ.
Είναι η ώρα κάτασπρη, η έκστασις γαλάζια. Η πόλις αχνίζει από ηδονή. Κουνούν τις χέρες τα παιδιά και, ακόμα,από τα στόματά των πηδούν σαν πίδακες οι λέξεις:
ΚΑΛΑ ΛΕΟΝΑ ΝΟΛΑ ΠΥ.


Α. Εμπειρίκος, Οκτάνα, Εκδ. Ίκαρος